|
легко, неслышно ступать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово неслышно ступать? — αλαφροπατώ как с (ново)греческого переводится слово αλαφροπατώ? — неслышно ступать — γαϊτανάς — εβδομήντα — αχαλάρωτος — γκαρύζω — γεννήτρα — ιδροκόπι — λέβης — τυχερή — στρατοπέδευση — δαρβινισμός — οκταπύρηνος — φιλοπάτωρ — πιασμένος — αναβατός — αλληλεξαρτώμαι — σκαφτικά — χαλαστής — καλλιεργητής — νηματώδεις — διευκόλυνση — λιγοήμερος |
|||