|
τα зоол. протозоа, простейшие #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово протозоа? — πρωτόζωα как на (ново)греческом будет слово простейшие? — πρωτόζωα как с (ново)греческого переводится слово πρωτόζωα? — протозоа, простейшие — κατακλυσμός — κανακεύω — μονολιθικότητο — χειροκίνητος — εκλεκτικός — μωρουδίζω — χνωτίζω — διάκοιλος — ευανδρία — δαμάσκο — ωριαίος — εντήμωμα — αχρήστωση — ατζαμιλίκι — αλετροσίδερο — γκάστρωμα — πετυχημένος — προπαίδεια — ωδική — σαραβαλιάζω — γλωσσοφάγωμα |
|||