|
η хим. элементарный анализ #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово элементарный анализ? — στοιχειομετρία как с (ново)греческого переводится слово στοιχειομετρία? — элементарный анализ — ακροβατισμός — αποτόνωση — Εστία — διακονάω — αρχιμηχανουργός — σκωροφάγωμα — αντιμέμφομαι — κασσιτερώνω — σπαγγοραμμένος — υπερκεφαλαιοκρατισμός — προάστιο — μεσότριβος — σκωληκοειδεκτομή — σβουριχτή — ανυπονόητος — βαμβακοπυρίτις — δυναμωτικός — εκτραχηλίζομαι — οριστική — έρευξη — τριφωφοσφορικός |
|||