|
кокетливый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кокетливый? — φιλάρεσκος как с (ново)греческого переводится слово φιλάρεσκος? — кокетливый — αιμοσκοπία — καλοπιστία — μικροπαντρεύω — γήτευμα — τή — κομμουνιστικός — φραγκοστάφυλο — ψηφοθέτημα — ολοκλήρωση — βενετσιάνικα — σταυραράχνη — κλειδοκύμβαλλο — αεριοειδής — σκληρούτσικος — κάτασπρος — υψιτενής — κακοπαθιασμένος — σαφράν — δυσεξιχνίαστος — μπατιρίζω — ιερακοτροφία |
|||