Новогреческий словарь
φιλάρεσκος
φιλάρεσκ|ος
кокетливый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
кокетливый
? —
φιλάρεσκος
как с
(ново)греческого
переводится слово
φιλάρεσκος
? — кокетливый
#
(ново)греческий словарь
—
ακυοφόρητος
—
βάλτωμα
—
μυθοποιητικός
—
διμήνι
—
αλλάκτης
—
σέπαλο
—
κακογραμμένος
—
ελατοφόρος
—
οσμή
—
αυτόχρους
—
χειραφετικός
—
αλοιφή
—
εκμίσθωση
—
αντρακλας
—
πεντασύλλαβος
—
πληκτικότητα
—
λατικόν
—
καύσιμο
—
κατηγορούμενο
—
μάρα
—
εσοδεία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве