|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κεραμιδένιος? — — σταυροπόδι — απόσκιο — ακτινενεργός — ανάπιωμα — διμηνίτισσα — ευρύχωρος — ελληνόγλωσσος — τετρακύλινδρος — προστυχόλογα — ειωθ|ός — βαμβακού — μπουρμπουλήθρα — κοινόβιο — ζίζυφος — συστάτης — χάρτινος — συναπάρτισμα — ξαναζωντάνεμα — συστημένος — ηλεκτροβόρος — πορθμεία |
|||