|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово νοσηλευτικός? — — λιάζομαι — μονοκύλινδρος — ραμφισμός — διαλεκτικός — επιτηδευμένος — χαρτοπαίχτης — πρός — Ρωμιοσύνη — βραχότοπος — ψηφιακός — αρχοντιά — σοροκάδα — εξαφριστήρας — φρονώ — πλατέως — ψιθύρισμα — απρόσδεκτος — σπειρώμαι — μεσημβρινοδυτικός — σβουνιά — καθεκλοποιός |
|||