Новогреческий словарь
παλινδρομικά
παλινδρομικά
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
παλινδρομικά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
όναγρος
—
μουσουλμανικός
—
πουλαδίτσα
—
γεωπονικός
—
επαργίλλωσις
—
ανακολλώ
—
αντιπνέω
—
αδόκιμα
—
κουβερνάντα
—
γλωσσίδα
—
ναυλωτήριο
—
μυαλωμένος
—
φραγγέλιο
—
βραχυκύκλωμα
—
επαίρω
—
μπεκρουλιάζω
—
διοικητικός
—
βαμβακοπαραγωγός
—
Μεξικάνος
—
μπροστάρης
—
αμφοτέρωθεν
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве