|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εξοπλιστικός? — — ξινοφαίνεται — μάζω — ανήλιος — ανάβλεψις — επισκιάζω — ρίζι — άσε — διαβολόσπαρμα — υδρογόνωση — επαγγέλλομαι — παπαδαριό — αλεφάντης — πόρισμα — περδικοπούλι — καθετή — αφόρμισμα — ζαχαρωμένος — έγκλημα — κρεοπωλείο — βρουχιέμαι — αρτεσιανός |
|||