Новогреческий словарь
καταβρεκτήριον
καταβρεκτήριον
лейка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
лейка
? —
καταβρεκτήριον
как с
(ново)греческого
переводится слово
καταβρεκτήριον
? — лейка
#
(ново)греческий словарь
—
εμβολιασμός
—
μισειαστής
—
διύλισμα
—
απούλητος
—
προδικασία
—
αλλέγρο
—
παραγυιός
—
μουσικοθεραπεία
—
έλκυθρο
—
θηλυγονία
—
δεψχκή
—
αμήχανος
—
ποραμάννα
—
τροποποιούμαι
—
κοινότητα
—
καλλωπισμός
—
ταίζω
—
νυχτώνομαι
—
καταναλωτικός
—
συγγενείς
—
μίσθιο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве