|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αποκοιμιστικός? — — αρχαϊστικός — μαρσίππιον — λιάνωμα — ξεβιδώνομαι — ακαλαισθησία — απέθαντος — ρετσινιά — ανέκφραστος — γκερίζι — αψινθία — θηλυγονία — ανεξάγνιστος — νερολεκές — εντελής — γούργουλας — πικροκαρδισμένος — συνωνυμία — σφυγμογράφος — Αμαζόνα — μακρότητα — θαυμαστικός |
|||