|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σκροφάκι? — — ξομολόγημα — ψήφιση — προνομία — ανομογενής — αγοράκι — πλακέτα — λαοθάλασσα — κυριαρχικός — συνεφαπτομένη — σκουληκότρυπα — ενοχή — φεσατζής — αποδιδόμενος — θυρωρός — ξανανοίγω — δέκα — αχυρώνας — συντονία — ενδεκάγωνος — μπογιάντισμα — εμβοή |
|||