|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αρτοκοπείον? — — Φαίη — ενετήρας — αρπακτικός — ηράνθεμο — πολυπόθητος — άνυδρος — κομπόδεμα — αδαμαντένιος — καλοκαιριάτικα — λεβεντάνθρωπος — ακλουθώ — ανεπαίνετος — αγαρμπιά — γαλατιέρα — φιλαυτία — επανορθώσιμος — ασβεστόλακκος — βλαχοδήμαρχος — μεγαλειώδης — θηλυκωτήρι — σύγυρο |
|||