Новогреческий словарь
μαλάχη
μαλάχη
η бот.
мальва
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
мальва
? —
μαλάχη
как с
(ново)греческого
переводится слово
μαλάχη
? — мальва
#
(ново)греческий словарь
—
συντροφιαστά
—
ανεύρυνση
—
επίορκος
—
βοητός
—
ευκτικός
—
ατυράγνητος
—
σαμπάνια
—
δέον
—
πωρώνω
—
αποστακτήριο
—
ανάψηνος
—
δασμολογία
—
γεροδεμένος
—
αλεπίδωτος
—
τραγόπαπας
—
μήλιος
—
νειρεύομαι
—
καπιταλισμός
—
ανάδρομα
—
Αθήνα
—
παιδαράς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω