|
ο вивисектор #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вивисектор? — ζωοτόμος как с (ново)греческого переводится слово ζωοτόμος? — вивисектор — αμάνδρωτος — γερμανόφωνος — μελάς — ερεβινθώδης — μαρμαροκονία — βαμβακομέταξος — αλευρόμυλος — επιτακτικός — ξαγοράρης — αργότερο — αντιμεθυστικός — αληθεύω — μπερμπάντεμα — χρωννύω — βαφτιστικιά — αβύζος — ανέκδοτος — αυτοσυντήρησία — πρωτόφαντος — γύμνωμα — εισέφρησα |
|||