|
ο мин. магнезит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово магнезит? — μαγνησίτης как с (ново)греческого переводится слово μαγνησίτης? — магнезит — υφαρπαγή — υπάκουος — μεθυλένιο — χασούρα — κορόϊδεμα — τρυγία — συρρικνώ — φρενολογία — σκωληκοτροφείο — αισθησιορχικός — ισόθεος — φτεροπετώ — κουρμαδιά — ποιήτρια — ξηρός — χαμοπέρδικα — αμνηστευτικός — απογειώνω — θριαμβευτικά — διάλειμμα — ολιγανθρωπία |
|||