|
(-ήρος) ο мех. регулятор маятника часов #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово регулятор маятника часов? — εκκρουστήρας как с (ново)греческого переводится слово εκκρουστήρας? — регулятор маятника часов — καυχησιολογώ — παραταίρι — μάτ — φριμάζω — βασάνισμός — αντιληπτικός — αμελησία — ανεμοδόχος — χαντζάρα — φωνόμετρο — ψωνίζω — αντισταθμιστής — συντρώγω — ρεματιά — αποφθεγματικός — φρενοπάθεια — εκουσίως — προαιρετικά — δεινό — μαντιλοδεμένος — βασκαντήρα |
|||