|
το кожное сало #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кожное сало? — σμήγμα как с (ново)греческого переводится слово σμήγμα? — кожное сало — ξεστούπωμα — κατατρέχω — ξεπεσμός — πολλαπλάσιος — αυγοκαλάμαρα — δημογραφία — αχυροσκεπή — τσιτσυρίζω — ανυπόμονος — ροζιάρης — τρίχαπτο — αμεταμέλητος — εντυπωσιακός — χορταριασμός — ένδυμα — υπερυπουργείο — λήξαν — υπαίθριος — μικράκι — γριφώδης — διψομανής |
|||