Новогреческий словарь
κούμπωμα
κούμπωμα
το
застегивание
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
застегивание
? —
κούμπωμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
κούμπωμα
? — застегивание
#
(ново)греческий словарь
—
αντισφαιρίστρια
—
χρόνος
—
εμπιστοσύνη
—
σκουραίνω
—
συζευγνύω
—
κλάνω
—
φατνικός
—
δωδεκάωρος
—
διαβολέας
—
πάραβλητός
—
κτήση
—
εγκατάστατος
—
εμβαδόν
—
σκοτοδινίασις
—
μερώνω
—
προεξοφλητικός
—
οξειδάση
—
απροφυλαξία
—
ανεύρεση
—
βιδολόγος
—
ψί
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве