Новогреческий словарь
υπαλληλάκος
υπαλληλάκ|ος
ο
мелкий служащий
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
мелкий служащий
? —
υπαλληλάκος
как с
(ново)греческого
переводится слово
υπαλληλάκος
? — мелкий служащий
#
(ново)греческий словарь
—
σιάση
—
επτάμηνος
—
αμπελοχώραφα
—
ανεπίχριστος
—
δασοπονία
—
γεννητουροποιητικός
—
ηχόχρωμα
—
προέλευση
—
υπαρξισμός
—
απλοχεράζω
—
αυτοκινητόδρομος
—
μαρτίνι
—
ισλαμικός
—
αντεπανάσταση
—
υαλωτός
—
εξυποκούομαι
—
πισινός
—
παιδολόγος
—
υδροστάσιο
—
κοπιάρω
—
πυκνόφυλλος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве