|
(-έως) ο замок (оружия) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово замок? — εμπυρεύς как с (ново)греческого переводится слово εμπυρεύς? — замок — αναπιασμένος — γαλίφος — χυμοποίηση — σύντομος — εμπορεύομαι — γουρνάρτις — ταλανισμός — πομπός — ζαϊφλίκι — ζατσίντο — ξεπροβάλλω — διάττων — κατακρεούργηση — μαστίγιο — υπαστυνόμος — καλπονόθευση — αδιάστροφος — ακουστά — στόχαση — υπερίπταμαι — νερόφειδο |
|||