|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τελειομανία? — — θρεψερός — βουτυροποιία — κενοσοφία — εγκεφαλισμός — αγρίως — εκτείνομαι — δοξαρωτός — μαζικά — εκφοβισμός — κορκός — γκόρτσο — ελεφαντοστό — φορεμένος — οφθαλμόλουτρο — αντιιμπεριαλιστικός — νομολογικός — μαξιλαροθήκη — σπαστικός — κιτσαριό — χρεώστις — αταρίχευτος |
|||