|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μπολιασμένος? — — χαμέρπεια — αγαλματοποιητική — αεροθεραπευτήριον — διπλοψήφιση — αξημέρωτος — πτωτικά — αυτομολώ — αναδύομαι — κονταίνω — τόρνευση — προγονολατρεία — σπαρτοπλεκτική — διαλελομένος — καρφωτός — εξεναντίας — μανιώνω — ευκολοπλησίαστος — διακίνημα — πάρκο — βυρσοδεψία — αντιρρίμι |
|||