ομόψυχος

формы словаβ
ομόψυχος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ομόψυχος? —


μεσοκαιρίτισσαπροφητάναξδρύδιόραμααεικύμαντοςοισοφαγικόςεπιπλωτήρνηπιάζωευθηναίνωσαξοφωνίστριαπετσοκοφτώμπακαλιάροςχάραγμαεπιστήμηαμνησικακώσυρρικνούμαιεντατικοποιώαλατοπίπεροσυνδιαιτωμαιαδιακανόνιστοςεκγυμνάζω




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit