Новогреческий словарь
υπερχλωριούχος
υπερχλωριούχ|ος
хим.
содержащий много хлора
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
содержащий много хлора
? —
υπερχλωριούχος
как с
(ново)греческого
переводится слово
υπερχλωριούχος
? — содержащий много хлора
#
(ново)греческий словарь
—
μούρλα
—
φθόνος
—
κοσμοναύτης
—
λαθεμένος
—
πελεκούδι
—
σέρβικος
—
βραχυπρόθεσμα
—
κακοτυχίζω
—
απερίσπαστος
—
κουτράω
—
επιστολοζύγιο
—
λιγδιά
—
επανιδρύω
—
στίλβωση
—
σπαθοφορία
—
διαφεγγής
—
ασυγκράτητα
—
Γάλλίδα
—
τζάρα
—
ζημιαρόγατα
—
αγύμναστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,