|
хим. содержащий много хлора #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово содержащий много хлора? — υπερχλωριούχος как с (ново)греческого переводится слово υπερχλωριούχος? — содержащий много хлора — χαλβατζήδικο — γλύκυσμα — μαγγανιούχος — καμπανάκι — λαντζιέρης — ανθόνερο — ιμπρεσσιονιστικός — φράκο — λογούδικο — ελβετίδα — καμπάδικος — συμφιλιώ — αναβλητικός — κοροϊδεύομαι — αειφανής — ρικνότης — διατιμώ — μπροκολόσουπα — χρίζω — σαπούνισμα — αμπελιά |
|||