|
ο слуховое окно #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово слуховое окно? — ανεφάντης как с (ново)греческого переводится слово ανεφάντης? — слуховое окно — ανεμομίκτης — κρύσταλλο — υπεριώδης — αμφίσφαιρο — βυρσοδεψείον — οχυρώνω — θερμοπληξία — σακάτης — ασύδοτα — χασματώδης — χρεία — σπόδιον — κράτημα — πρακτικό — ίαμα — παλαιός — ντεπό — κολώνα — έδωσα — ξεθηλυκωμένος — ψιλώνω |
|||