|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κολιέ? — — εγγύτερος — σφυρίδα — σκατο- — εξάτροχος — τζιντζερόσουπα — συμμιγνύω — ματίζω — ναυαρχία — ξαναρρωσταίνω — ανανέωμα — ταμπλό — αποκοσκινάω — στολίσκος — ακαρτερησία — πολυπροσωπία — δευτέρωμα — νησί — φωτοάλμπουμ — αγριοκόριτσο — ξεστουπωτήρι — μελάνι |
|||