|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παρείσφρηση? — — συμμέτοχος — άπορος — δασκάλαινα — βήσσαλο — λαχανοκόμος — άτεκνος — διαλύζω — ευκινησία — χλωρουσιά — θυμιάτισμα — ώθηση — πότημα — επταετία — βλητός — εγκατεστημένος — καταπιστεύω — διορθωτικός — ενεστώτας — κριθαράκι — εξευμένιση — κατάκλιτο |
|||