|
το длинная тонкая свеча #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово длинная тонкая свеча? — λιανοκέρι как с (ново)греческого переводится слово λιανοκέρι? — длинная тонкая свеча — ταπεινωτικά — λατιφούντια — νεοθωμισμός — σκιντζής — ξενερίζω — ολίγος — αέρι — μίτρα — περιάγω — οφθαλμολόγος — απαιδος — αναρριπίζω — εξευμένιση — ακράσωτος — τριακονταετηρίδα — μεσοπνευμόνιος — αμερικανόφιλος — αντωθούμαι — μερδικό — λησμονοβότανο — διαβολόκαιρος |
|||