|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αναγομώνομαι? — — στενοκέφαλος — αναληθές — σεκλέτι — προγαμιαίος — ανάκατος — μοσκομολόχα — ασυνηθησιά — επιστήμη — Καναδή — ενοχλητικά — βρίσκω — αδουλεψιά — χοιράδες — αυτοχθονία — αντικειμενοποιούμαι — βιβλιοκαπηλεία — αφροπαράγαδο — γεφύρι — τσιγγρίζω — εξατομίκευση — συναρμόζω |
|||