|
напоминать; γιατί δέν το τού θύμισες; — [phrase]почему ты ему не напомнил?[/phrase]; αυτό μού ~ει... — [phrase]это мне напоминает. ..[/phrase] #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово напоминать? — θυμίζω как с (ново)греческого переводится слово θυμίζω? — напоминать — αυτανάφλεκτος — αυτοδηλητηριάζομαι — βηματάκι — βραχύτητα — ηπατοκήλη — παρακελευστικός — λικβινταρισμός — βροντοχτυπάω — αντομνύω — δυσώνυμος — γηράματα — πυγμή — εκφυλλίζω — μαγευτικός — σάρκα — καμπυλωτός — σταυρόλεξο — επιταχύνω — απόδειξη — γραπωμένος — φιγουρατζού |
|||