Новогреческий словарь
ανυπαρξία
ανυπαρξία
η 1)
небытие
;
2)
отсутствие
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
небытие
? —
ανυπαρξία
как на
(ново)греческом
будет слово
отсутствие
? —
ανυπαρξία
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανυπαρξία
? — небытие, отсутствие
#
(ново)греческий словарь
—
διασταλτικό
—
δεκανέας
—
μονοφωνικός
—
καθίζημα
—
λαογραφικός
—
αντιδιαστέλλω
—
αλατοδοχείο
—
αυτεξούσιος
—
συλλαβισμός
—
ποδηλατίστρια
—
ραιβόκρανο
—
θεήλατος
—
μπαμπόγερια
—
περίγραμμα
—
ατυχαίνω
—
παραγγελιά
—
ανοικειότητα
—
γεωφυσική
—
αδίδακτος
—
ποντικοφαγωμένος
—
ακροχορδών
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве