|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μελάκι? — — μαίνομαι — φλεβαρήσιος — ξινός — έλαιον — ιστολογικός — ά — ανθομυρίζω — φέστα — γδύσιμο — κλακέρ — αλευραγορά — βουνίσιος — φλεβίζω — παρασόλι — μικρόθυμος — απόζεμα — αμφιπρόστυλος — μηχανορραφώ — κοσμοπλημμύρα — άργεμον — φυμάτιο |
|||