|
ослепительно белый, снежно-белый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ослепительно белый? — έκλευκος как на (ново)греческом будет слово снежно-белый? — έκλευκος как с (ново)греческого переводится слово έκλευκος? — ослепительно белый, снежно-белый — διαπηγνύω — καθηγητικός — μικροαπατεώνας — γουρουνοειδής — αιφνιδιασμός — πετρογένεση — θλάση — ομίλημα — διψαλέος — οισοφαγικός — τσοντάρισμα — δεμάτιασμα — αναξηραίνω — αιτιολογικό — υδροδοτώ — αλλοτεσινός — θέσπιση — επέκαυσα — υδατοσφαίριση — διεκπερακοτής — αποφρακτήρας |
|||