Новогреческий словарь
ακουστικώς
ακουστικώς
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ακουστικώς
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αντιπυρηνικός
—
τσαλαβουτώ
—
πραξικόπημα
—
βελόνα
—
ατάραχος
—
διανομείον
—
κοπαδιαστά
—
διαξιφιστής
—
συγκινώ
—
μπεντένι
—
βροντοφωνώ
—
ηλικιώτις
—
ζωοτόκος
—
ισοφαρίζω
—
φιλάδικος
—
βατοκόπια
—
ξομολόγηση
—
αντιβολή
—
αποσταφιδιάζω
—
στερεωμένα!
—
κλονισμός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве