|
огромный, гигантский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово огромный? — γιγαντωμένος как на (ново)греческом будет слово гигантский? — γιγαντωμένος как с (ново)греческого переводится слово γιγαντωμένος? — огромный, гигантский — μουσμουλιά — στραβός — θάμνα — δενδροφυτεύω — επανωρραφή — καφωδείο — ιγνύα — εννοιακός — αγριοθωρώ — φιλοχρήματος — υπουργώ — μουντζουριά — ημιαναισθησία — μαγαρίκα — τουαλέττα — δρομιάζω — έδρανον — λυπημός — βολκός — αδελφοσύνη — διαφθείρομαι |
|||