|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γλυκύλαλος? — — στρυφνότητα — χαλκοπλάστης — κάλμα — Θεσσαλία — σουβλομύτης — υδρομέδουσα — πλατύχωρος — ραγδαίος — δίλεφτο — δολιχοκρανία — βιάζω — καλώς — πυελοθρόμβωση — φιρμάνι — φιμός — αποπότι — αμούργη — παλίνδρομος — γλυφίζω — βρίκιον — σπάθα |
|||