|
широкогрудый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово широкогрудый? — πλατύστερνος как с (ново)греческого переводится слово πλατύστερνος? — широкогрудый — επάρατος — σφαιρίδιο — λοχαγεύω — χαιρέκακος — άλκιμος — αρχισυντάχτης — ακριτολογώ — μαύρισμα — κουβερτίτσα — μπούχισμα — επικρατών — ξηρός — τσελιγγόπούλα — χασκάζω — διατύπωμα — γενεσιουργία — θιός — νευράξων — ματσαράγκα — μανδύας — ρυπαντικά |
|||