|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τριμερώς? — — εκκλησιασμός — ανορθωτής — απολησμονώ — ευσπλαχνικός — αλεπονουρά — διάτα — ωογενής — αμαξοποιός — καλύτερα — αποσκιάζω — συγκατάθεση — καλπουζάνος — κυνικός — αλλότρια — καθαρόαιμος — πανέρι — ερήμασμο — φυσητικός — καυχησιολογώμαι — αμυγμός — αλκάλωσις |
|||