|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κοκ? — — ευλίμενος — συρτάκι — ξηροφθαλμία — διάνυσμα — αγκιστρωτός — ζάρα — στράτσόχαρτο — ανεξάρτητα — λαθροχειρώ — πούτσα — ελλοβοσπέρματος — τετραημερία — μέλημα — άφτω — ξαλμυρίζω — παρακουράζομαι — μουσική — ενσαρκωμένος — μπολικαίνω — καλολογία — αντίκλα |
|||