|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αναρριχτά? — — ηγουμενεύω — ωτοσκοπία — χαλαζοβρόχι — κουδουνιστός — τρούπα — αναβροτήριον — διαφέγγω — νοσηρώς — προβατήσιος — ετερόφυλος — γέννημα — αποφυάδα — γριλλώνω — κοπτήρας — εβενουργική — ασπάραχτος — νοστιμεύομαι — απολογιστικός — αρτοπαρασκευαστής — ανεμαλαγιά — οβελίζω |
|||