|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αντιεισαγγελέας? — — τένων — ακόρδωτα — παραξηγώ — ερωτιάρικος — εκκολαπτικός — ψωρικό — μυζήθρα — ρόδι — συνυπαίτιος — καρβουνόσκονη — στύβω — κριμαϊκός — αδιαλλαξία — αρύλογος — τέλμα — κενώνω — κηρόχαρτο — δαρβινικός — διαβαθμίζω — κόνδυλος — προσαρμογή |
|||