εξαναγκάζομαι

формы словаβ
εξαναγκάζομαι



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово εξαναγκάζομαι? —


γεώργημαάγρωστιδαίσιωμαεκρηγνύωδωδεκάωρομουσουλμανικόςπαλιρροιογράφοςανισοταχήςδίκροτονκεφαλαιουχικόςαποσογκεντρώνωβαφτιστικάκαταναλωτισμόςκαλοσόδιαστοςαποτόνωσιςσταβλίτηςακούμπισμαΚρόνοςαναγορευτικόςσυνάγκειαυπερβολή




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit