|
ο пират; корсар #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пират? — κουρσάρος как на (ново)греческом будет слово корсар? — κουρσάρος как с (ново)греческого переводится слово κουρσάρος? — пират, корсар — ίσως — καταλαλητής — κατοχικός — μετασταθμεύω — ακατάρτιστος — αλκοολούχος — καψίδι — σπάνω — μυλωθρίς — ηλεκτροκινητήρας — μπλού — αναμεσαριά — τριχοειδής — καματάρισσα — ωτοσκλήρυνση — παγγένεση — αντικαθίσταμαι — σύγγαμβρος — βιρτουόζος — νηστεία — δισανθρακικός |
|||