|
η шелковица #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шелковица? — δουτιά как с (ново)греческого переводится слово δουτιά? — шелковица — εκατοστάρικο — αποστόμωση — φεγγοβόλος — καλαμπούρι — δυσμενής — απαγκίστρωση — ξοδιασμός — χύτρα — απραγματοποίητος — εγγραυλίς — επουλώνομαι — φτειάνω — αναγγελτήριος — απροπαρασκεύαστος — δουρβάνα — δωροδοκία — μαχαιροβγάλτης — μεσολαβώ — εξευμενιστικός — γκιοτεύω — αρνησιθεία |
|||