Новогреческий словарь
ενδιάμεσο
ενδιάμεσο
το
промежуток, интервал
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
промежуток
? —
ενδιάμεσο
как на
(ново)греческом
будет слово
интервал
? —
ενδιάμεσο
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενδιάμεσο
? — промежуток, интервал
#
(ново)греческий словарь
—
ανεξίκακος
—
μουσουλμανικός
—
κλωστοϋφαντουργίνα
—
κεράτιση
—
εκτόπιση
—
άρσενοκοιτία
—
αποτείχισμός
—
οψοφυλάκιο
—
πτεροφόρος
—
βαρελοσάνίς
—
συγκατανεύω
—
κρυσταλλογόνος
—
κατοπτρική
—
επιβοήθεια
—
ημιολία
—
αφαρμάκωτος
—
ανυπομονησία
—
άρνηση
—
ευδοκίμηση
—
διαβλέπω
—
τοκογλυφικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве