|
1) завтрашний; 2) будущий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово завтрашний? — αυριανός как на (ново)греческом будет слово будущий? — αυριανός как с (ново)греческого переводится слово αυριανός? — завтрашний, будущий — χερσαίος — προβληματώδης — ξεκουράζομαι — χρηματιστήριο — θραύσμα — προπάππος — ανελλιπής — εμψυχώνομαι — λουμινάλη — εγγύτατος — σκληροκαρδος — αποσκύβαλο — κατοικίζω — ενάμισι — εισοδιακός — ανατύπωμα — πηγαίνω — αναντιπροσώπευτος — αναχωματισμός — τσίμπος — ανεχτικός |
|||