|
η уступчивость, покладистость #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово уступчивость? — υποχωρητικότητα как на (ново)греческом будет слово покладистость? — υποχωρητικότητα как с (ново)греческого переводится слово υποχωρητικότητα? — уступчивость, покладистость — οδηγικός — ιδιοπαθής — φινάλε — θρομβώδης — βρώμι — ταχύπους — εδέχθην — οικοδόμηση — τηλεγραφώ — βενζινοκινητήρας — ενδείκτης — ετεραρχία — κεφαλοχώρι — ωοπλασία — τρελαμάρα — ασύδοτα — θεραπευτικά — ακαλανθίς — υποθέτω — μονιά — προγόμφιοι |
|||