|
η мед. пандемия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пандемия? — πανδημία как с (ново)греческого переводится слово πανδημία? — пандемия — κρησάρα — προαιμορροϊκός — φούσκωμα — φιλειρηνιστής — λαοπόθητος — θυμωσιάρης — καρναβαλίστρια — λιόκαυτο — ιεροεξεταστής — χρεωφειλέτης — χαροπός — δημαγωγώ — λογοκόπος — αρχοντοπούλα — τυχαίος — στραγγάλισμα — αρέγγα — χαρακιά — εγκατασταίνω — στειροποιώ — ραμολιμέντο |
|||