|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово χαγανάτο? — — κουκούνα — θεώμοι — εμπορεύσιμος — ανύμφευτος — αζημίωτο — απροφύλαχτος — αβύζωτος — ενωτικό — επιφανειακός — αμβλυωπικός — αιμοστάτης — απολυέμαι — τορνάρισμα — οινοπνευματομέτρηση — νυστέρι — επιτήδειος — γονιμοποίηση — Δημήτρης — ανθόγαλα — σιτίζομαι — άξια |
|||