δικτυόδρομ|ος

формы словаβ
δικτυόδρομ|ος
разветвлённый



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово разветвлённый? — δικτυόδρομος
как с (ново)греческого переводится слово δικτυόδρομος? — разветвлённый


νταβραντίζωμηχανοστάσιοαγαλμάτιοενέλιξηενδύομαιολιγόζωοςμάνιτααναντίλεκτοςπισώπλατοςσκατάαμνηστευτικόςαλευροπρατήριοδεδουλευμένοςχουμανιστήςγκρεμίλαμεγιστοποιούμαισταχτερόςρεβιζιονιστικόςμπαχάριεσοχήέγκλειση




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit